Εδώ και αρκετά χρόνια η Ελλάδα αντιμετωπίζει το πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού και της υπογεννητικότητας, την ίδια όμως ώρα εκατοντάδες αλλοδαποί περνούν καθημερινά τα σύνορα. 

Από τα επίσημα στοιχεία προκύπτει πως ένας στους τέσσερις κατοίκους των Αθηνών είναι «νόμιμος» μετανάστης. Πρακτικά, αν περιλάβουμε και τους μετανάστες πρώτης γενιάς (Αλβανούς, Γεωργιανούς, Βούλγαρους κλπ.) και τους παράνομους μετανάστες που ζουν εκτός των ορίων της Αθήνας, ο αριθμός αυτός είναι πάνω από 800.000! Ίσως και 1 εκατομμύριο άνθρωποι που ζουν στο λεκανοπέδιο της Αττικής.

Ο συνολικός πληθυσμός της πρωτεύουσας ανέρχεται σε 664.046 κατοίκους και οι αλλοδαποί που διαμένουν νόμιμα ξεπερνούν τους 110.000, ενώ υπάρχει και ένας αριθμός της τάξης των επίσης άνω των 100.000 παράνομων μεταναστών.

Σύμφωνα με το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, την περίοδο 2015-2019 καταγράφηκε η μεγαλύτερη αύξηση νόμιμων μεταναστών στον Δήμο Αθηναίων.

Από 74.815 στα τέλη του 2014 οι νόμιμοι μετανάστες που κατοικούν στο Δήμο Αθηναίων στο τέλος του 2019 αυξήθηκαν σε 105.935. Δηλαδή σε διάστημα πέντε ετών στον μόνιμο μεταναστευτικό καταγεγραμμένο πληθυσμό του δήμου της πρωτεύουσας προστέθηκαν 31.120 άτομα, δηλαδή πρόσωπα των οποίων η αίτηση ασύλου εγκρίθηκε και οι οποίοι έλαβαν ταυτότητα δηλώνοντας διεύθυνση μόνιμης κατοικίας στην πρωτεύουσα.

Το 2020 οι αλλοδαποί κάτοικοι του δήμου Αθηναίων αυξήθηκαν κατά 4.332, φτάνοντας στον αριθμό των 110.267. 

Νόμιμοι και παράνομοι είναι συνολικά πάνω από 760.000 (οι παράνομοι δεν είναι καταγεγραμμένοι με ακρίβεια).

Την ίδια ώρα ο ελληνικός πληθυσμός γερνάει επηρεάζοντας αρνητικά το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας και ειδικά τις συντάξεις

Με βάση τα στοιχεία που δημοσιοποίησε το 2018 η Παγκόσμια Τράπεζα οι κάτοικοι της Ελλάδας έχουν πλέον προσδόκιμο ζωής τα 82 έτη, ηλικία σημαντικά μεγαλύτερη από τη γειτονική Τουρκία (75 έτη) και άλλες βαλκανικές χώρες (75 με 79 έτη).

Από την άλλη πλευρά, σε έρευνα της διαΝΕΟσις (Σεπ. 2016) επισημαίνεται ότι για πρώτη φορά μεταπολεμικά, ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται, καθώς οι νέοι κάτοικοι που γεννιούνται στη χώρα μας ή μεταναστεύουν σε αυτή από άλλες χώρες είναι λιγότεροι από τους κατοίκους που πεθαίνουν.

Η Ελλάδα μετατρέπεται σε χώρα ηλικιωμένων

Το ίδιο «καμπανάκι» κρούει και η Κομισιόν στην έκθεσή της υπό τον τίτλο “The 2018 Ageing Report”. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας από 10,8 εκατ. το 2016 αναμένεται να μειωθεί σε 7,7 εκατ. το 2070. Και η αναλογία ηλικιωμένων προς τους νέους, που το 2016 ήταν 33,4%, εκτιμάται ότι θα «εκτοξευθεί» στο 63,1% το 2070.

Σύμφωνα με τη διαΝΕΟσις, ο κίνδυνος ενδέχεται να χτυπήσει νωρίτερα την «πόρτα» της Ελλάδας. Το 2050, στο πιο αισιόδοξο σενάριο ο πληθυσμός θα έχει πέσει στα 10 εκατομμύρια. Η πιο απαισιόδοξη εκδοχή είναι τα 8,3 εκατ. για το ίδιο έτος. Εν ολίγοις, μέχρι το 2050 η Ελλάδα θα χάσει από περίπου 800.000 έως και 2,5 εκατ. κατοίκους!

Ταυτόχρονα, η διάμεση ηλικία των Ελλήνων, που ήταν 26 έτη το 1951, και που είναι 44 έτη σήμερα, αναμένεται να αυξηθεί κατά 5-8 έτη. Τέλος, κατά την ίδια έρευνα, ο πραγματικά οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα μειωθεί από 4,7 εκατ. το 2015 σε 3 με 3,7 εκατ. το 2050. Στοιχεία που μα δείχνουν ότι στην Ελλάδα θα χρειαστούν μέσα στα επόμενα χρόνια άτομα τα οποία θα μπορούν να εργαστούν. Και που θα βρεθούν αυτά; 

Δημογραφικό: Μια βραδυφλεγής «βόμβα» για τις συντάξεις

Και τι σχέση όμως μπορεί να έχουν οι δημογραφικές εξελίξεις και προβλέψεις με το ασφαλιστικό και τις συντάξεις; Καθοριστική, εφόσον η κοινωνική ασφάλιση βασίζεται στην αλληλεγγύη των γενεών: οι συντάξεις χρηματοδοτούνται από τις εισφορές των εργαζομένων. Για να λειτουργεί καλά αυτό το σύστημα πρέπει να υπάρχουν αρκετοί εργαζόμενοι με επαρκείς εισφορές που να καλύπτουν τις συντάξεις των δικαιούχων.

Η αναλογία των 4 εργαζομένων προς κάθε ένα συνταξιούχο που ίσχυε το 2010, θα γίνει 2 προς έναν. Σύμφωνα με αναλυτές, η πρώτη ανάγνωση αυτής της ραγδαίας μεταβολής είναι ότι θα δεχθεί ισχυρότατες πιέσεις το ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο λειτουργεί διανεμητικά: αυτό με απλά λόγια σημαίνει πως οι σημερινοί εργαζόμενοι με τις εισφορές τους χρηματοδοτούν τις συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων. Λιγότεροι εργαζόμενοι πώς θα συντηρήσουν τις συντάξεις ολοένα και περισσότερων συνταξιούχων που ζουν όλο και περισσότερα χρόνια ; Αυτό είναι το αδιέξοδο που αντιμετωπίζουν τα συνταξιοδοτικά συστήματα που βασίζονται μόνο στην κοινωνική ασφάλιση.

Ζούμε περισσότερο, επομένως χρειαζόμαστε περισσότερη συνταξιοδοτική αποταμίευση. Πώς θα την εξασφαλίσουμε;

Δεν είναι λίγα τα κράτη που έχουν αντιληφθεί αυτή τη βραδυφλεγή «βόμβα» για το συνταξιοδοτικό σύστημα και την ανάγκη συμπλήρωσης της σύνταξης που προκύπτει από την κοινωνική ασφάλιση μέσω της ιδιωτικής ασφάλισης η οποία λειτουργεί με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα.

Με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα ο κάθε εργαζόμενος έχει ένα δικό του «κουμπαρά»: δηλαδή οι εισφορές του μπαίνουν στο δικό του, ατομικό λογαριασμό. Τα χρήματα αυτά επενδύονται και όταν συνταξιοδοτείται ο ασφαλισμένος προκύπτει ένα ποσό με το οποίο ενισχύεται το συνταξιοδοτικό του εισόδημα.

Η προαιρετική συνταξιοδοτική αποταμίευση αναδεικνύεται σε ανάγκη.

Η ανάγκη για ένα αξιοπρεπές εισόδημα στα χρόνια της σύνταξης είναι δεδομένη. Αν και με βάση έρευνα του 2020 (Insurance Europe) που έγινε σε ένα τεράστιο δείγμα 10.000 ατόμων, το 43% των Ευρωπαίων πολιτών δεν αποταμιεύουν τίποτα για τη συνταξιοδότησή τους, η συμπληρωματική αποταμίευση με ατομική πρωτοβουλία είναι η μόνη λύση πλέον ώστε οι μελλοντικοί συνταξιούχοι να συμπληρώσουν τη σύνταξη που θα πάρουν από το Κράτος και να διασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές συνταξιοδοτικό εισόδημα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *