Η κυβέρνηση, κατάφερε να συμμαζέψει το χάος μετά την κρίση, όμως φαίνεται πως δεν μπορεί να κάνει αναπτυξιακή πολιτική, προχωρώντας σε παραγωγικές επενδύσεις

Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας είναι αυτό που λέμε «μαγική εικόνα». Εχει δύο όψεις: μία ωραία και μία άσχημη. Την ωραία εικόνα βλέπουν οι διεθνείς οργανισμοί, τα ξένα funds, οι διεθνείς επενδυτές κεφαλαιαγορών, οι διεθνείς επενδυτικές τράπεζες. Την άσχημη όχι μόνο βλέπουν, αλλά και τη βιώνουν καθημερινά οι Ελληνες πολίτες, ιδίως οι πιο αδύναμοι οικονομικά.

Η ωραία εικόνα συντίθεται από το πρωτογενές πλεόνασμα, που έφτασε στο εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2025 τα 9,4 δισ., από την ελαφρά μείωση του δημοσίου χρέους από τη χαμηλή ανεργία που βρίσκεται στο 8%.

Ομως αυτό το πρωτοφανές ύψος πλεονάσματος στηρίζεται σε πάρα πολύ υψηλούς φόρους και σε συγκρατημένες ή και μειωμένες δαπάνες. Και κυρίως αυτό το πλεόνασμα δεν το βλέπει πουθενά ο Ελληνας πολίτης διότι η κυβέρνηση κρατά τα χρήματα στο συρτάρι και δεν πληρώνει ούτε τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της στο εσωτερικό της χώρας, που βρίσκονται διαρκώς κοντά στα 4 δισ. ευρώ.

Η άσχημη εικόνα είναι αυτή που βιώνουν οι Ελληνες και η οποία συντίθεται από την υπερβολική ακρίβεια, τον υψηλό πληθωρισμό (3,7% τον Ιούλιο έναντι 2,4% στην Ευρωζώνη), από το έντονο στεγαστικό πρόβλημα, από τις πολύ χαμηλές αμοιβές (σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ο μέσος ετήσιος μισθός στην Ελλάδα είναι 18.000 ευρώ, ενώ ο μέσος της Ευρωζώνης είναι 40.000 ευρώ – είμαστε προτελευταίοι, πάνω μόνο από τη Βουλγαρία που βρίσκεται στις 16.000 ευρώ), από την έλλειψη θέσεων εργασίας ανάλογων των προσόντων των νέων οι οποίοι φεύγουν στο εξωτερικό και από ένα πλήθος επιμέρους δεικτών, που αναδεικνύονται σε όλες τις έρευνες οι οποίες αφορούν τους νέους εργαζόμενους, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων δεν βλέπει θετικές προοπτικές ούτε στον επαγγελματικό τομέα, ούτε στις συνθήκες ζωής του, ούτε καν στη δυνατότητά τους να κάνουν οικογένεια.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι έχουμε ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης, αλλά ο ρυθμός αυτός δεν προέρχεται ούτε από αύξηση της παραγωγής ούτε από αύξηση των εισοδημάτων και δεν γίνεται αντιληπτός από τους πολίτες – πέραν των λογιστών των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.

Και για να μη μείνουμε σε αυτές τις δύο όψεις της οικονομίας ας δούμε και κάποιες «λεπτομέρειες» που αφορούν τις επιχειρήσεις.

Εχουμε μια αλματώδη βελτίωση της κερδοφορίας των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, η οποία αντανακλάται και στη θετική πορεία του Χρηματιστηρίου. Μόνο των μεγάλων όμως. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είτε φυτοζωούν είτε κλείνουν και ο λόγος είναι το ρυθμιστικό πλαίσιο, δηλαδή η κρατική παρέμβαση με την υπερβολική γραφειοκρατία, τα μεγάλα κόστη που δημιουργεί στη λειτουργία των επιχειρήσεων, τη φορολογική αφαίμαξη προτού ακόμη εισπραχθούν τα έσοδα από τις επιχειρήσεις, την ισχύ των καρτέλ που πνίγουν όλες τις μικρότερες επιχειρήσεις και διαλύουν τον ανταγωνισμό, την έλλειψη ρευστότητας λόγω καθυστερήσεων πληρωμών και την έλλειψη χρηματοδότησης λόγω κόκκινων δανείων και κόκκινων ΑΦΜ.

Πού οδηγεί αυτή η κυβερνητική πολιτική υποστήριξης των μεγάλων και εξόντωσης των μικρών επιχειρήσεων; Στην αναιμική εγχώρια παραγωγή, η οποία δεν καλύπτει ούτε καν μικρό μέρος των αναγκών της εσωτερικής αγοράς, στις τεράστιες εισαγωγές που έχουν εκτινάξει το εξωτερικό έλλειμμα, στη μετατροπή της ελληνικής οικονομίας σε οικονομία των καφενείων -όπως επισημαίνει το London School of Economicsτων ντελιβεράδων και των κομμωτών, θα συμπλήρωνα εγώ ως ντόπιος παρατηρητής.

Και παρά την επιτάχυνση των πληρωμών του δημοσίου χρέους, το ιδιωτικό χρέος βρίσκεται στο δυσθεώρητο ύψος των 226 δισ. ευρώ, με οφειλές προς το Δημόσιο, τις τράπεζες, τα ξένα funds που πήραν τα κόκκινα δάνεια. Και αυτό δεν θα φύγει από τη μέση, θα μας βαραίνει για γενιές και θα κοκκινίζει τα ΑΦΜ των νέων εργαζόμενων που κληρονομούν τα χρέη των προηγούμενων.

Οσον αφορά τα πολιτικά, η μαγική αυτή εικόνα, η διπλή εικόνα της οικονομίας, εξηγεί τη διαφορετική αίσθηση που έχει η κυβέρνηση από τους πολίτες για την κατάσταση της χώρας. Η κυβέρνηση εσφαλμένα θεωρεί ότι η οικονομία «πετάει» και ο ίδιος ο πρωθυπουργός υποστηρίζει ότι έχει την καλύτερη κυβέρνηση όλων των εποχών. Οι πολίτες, όπως οι απόψεις τους αποτυπώνονται στις έρευνες, είναι δυσαρεστημένοι, υποστηρίζουν ότι δεν βγαίνει ο μήνας, δεν βλέπουν προοπτικές βελτίωσης, έχουν απαξιώσει όλους τους θεσμούς, δεν έχουν εμπιστοσύνη στο κράτος.

Πώς μπορούμε να βγούμε από αυτή την κατάσταση, πώς μπορεί η ελληνική οικονομία να συνέλθει;

Ολοι, ακόμη και οι εκπρόσωποι των μεγάλων ομίλων και όλων των βιομηχανικών, μεταποιητικών και τεχνολογικών επιχειρήσεων και τραπεζών, μαζί και τα κέντρα οικονομικών μελετών, κραυγάζουν ότι η Ελλάδα χρειάζεται άμεσα παραγωγικές επενδύσεις. Οι ξένες επενδύσεις που έφερε η κυβερνητική πολιτική όχι μόνο δεν δημιούργησαν βιώσιμη ανάπτυξη, αλλά οδήγησαν σε ακρίβεια και συνέβαλαν στην αλλοίωση της πραγματικότητας της οικονομίας. Παραγωγικές επενδύσεις δεν γίνονται.

Για να βγούμε λοιπόν από αυτή την κατάσταση και να πετύχουμε βιώσιμη ανάπτυξη, αύξηση παραγωγής, αναβάθμιση των θέσεων εργασίας, αύξηση των εισοδημάτων, μείωση του ιδιωτικού χρέους, μείωση των εισαγωγών, αύξηση των εξαγωγών, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, χρειαζόμαστε παραγωγικές επενδύσεις.

Τόσο οι επιχειρηματίες ΣΕΒ, ΕΕΝΕ, ΕΒΕΑ, όλες οι κλαδικές ενώσεις επιχειρηματιών, όσο και τα ερευνητικά ιδρύματα, ΙΟΒΕ, ΚΕΠΕ, Ινστιτούτο Εργασίας, αλλά και οι τράπεζες (πιο πρόσφατα Γιάννης Στουρνάρας, Τράπεζα Ελλάδος, Φωκίων Καραβιάς, Eurobank) προτείνουν συγκεκριμένα μέτρα, τα οποία περιλαμβάνουν τη μείωση της γραφειοκρατίας, την άρση των εμποδίων για είσοδο νέων επιχειρήσεων στην αγορά, αλλαγές στη Δικαιοσύνη, επιτάχυνση των αποσβέσεων για τις επενδύσεις, οριακούς φορολογικούς και ασφαλιστικούς συντελεστές, επιτάχυνση των εξοφλήσεων των εμπορικών τιμολογίων και άλλα πολύ συγκεκριμένα μέτρα, διαρκώς επαναλαμβανόμενα εν χορώ.

Η κυβέρνηση κωφεύει σε όλες αυτές τις προτάσεις και ουδείς αντιλαμβάνεται το γιατί.

Η απορία της αγοράς «μα γιατί δεν τα κάνουν;» συνοδεύεται και από το εύλογο «τη στιγμή που έχουν τέτοια πλεονάσματα». Τι τα κάνουν τα λεφτά, αναρωτιούνται όλοι, γιατί δεν εξοφλούν τις υποχρεώσεις τους, γιατί δεν καταργούν μνημονιακές υποχρεώσεις που δεν χρειάζεται πια να έχουμε, γιατί δεν δίνουν πραγματικά κίνητρα για επενδύσεις και για προσλήψεις;

Απάντηση φυσικά δεν παίρνει κανείς, ούτε και θα πάρει, ούτε βέβαια εγώ μπορώ να δώσω. Υπάρχουν μόνο προσωπικές εκτιμήσεις για το αναπάντητο ερώτημα και η δική μου είναι πως η κυβέρνηση θεωρεί ιδιωτικό τομέα μόνο τους μεγάλους ομίλους και τις τράπεζες και αδιαφορεί για την υπόλοιπη οικονομία.

Πρέπει μάλλον να αποδεχτούμε το δυσάρεστο γεγονός ότι αυτή η κυβέρνηση, η οποία πράγματι κατάφερε να συμμαζέψει το χάος μετά την κρίση, δεν μπορεί να κάνει αναπτυξιακή πολιτική.

newmoney.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *