. Θάνατος. Τί είναι ο θάνατος; Για να απαντήσει κανείς στο διαιώνιο και αγωνιώδες ερώτημα του ανθρώπου, απαιτείται να καταφύγει σε έναν από τους μεγαλύτερους ανθρώπους της ιστορίας, τον Σωκράτη. Ο Πλάτωνας, ο Σωκράτης και ο Αριστοτέλης στις πρώτες χριστιανικές εκκλησίες συναριθμείται με τους αγίους της εκκλησίας. Ο Σωκράτης λοιπόν λίγο προτού πεθάνει και αφού είχε πάρει το κώνειο είπε: εγώ πορεύομαι προς τον θάνατο· σεις πορεύεσθε προς την ζωή. Ποιος από τους δυό μας πάει στο καλλίτερο, ούτε εγώ ούτε εσείς το γνωρίζετε, μόνον ο Θεός. Είναι η πιο συγκεκριμένη αποδοχή του μονοθεϊσμού στην ελληνική αρχαιότητα. Θα συμπορπήσουμε την απάντηση με την άποψη ενός σύγχρονου μεγάλου Έλληνα για να πολιορκήσουμε γνωστικά μέσα στις ανθρώπινες δυνατότητες το απερινόητο φαινόμενο του θανάτου:
«Ρωτώ, ξαναρωτώ χτυπώντας το χάος. Ποιος μας φυτεύει στη γη ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια; Ποιος μας ξεριζώνει από τη γης ετούτη χωρίς να μας ζητήσει την άδεια;
Είμαι ένα πλάσμα εφήμερο, αδύναμο, καμωμένο από λάσπη και ονείρατα. Μα μέσα μου νογώ να στροβιλίζονται όλες οι δυνάμεις του Σύμπαντου.
Θέλω μια στιγμή, προτού με συντρίψουν, ν’ ανοίξω τα μάτια μου και να τις δω. Άλλο σκοπό δεν δίνω στην ζωή μου.
Θέλω να βρω μια δικαιολογία για να ζήσω και να βαστάξω το φοβερό και καθημερινό θέαμα της αρρώστιας, της ασκήμιας, της αδικίας και του θανάτου.
Ξεκίνησα από ένα σκοτεινό σημείο, την μήτρα· οδεύω σε ένα άλλο σκοτεινό σημείο, το μνήμα. Μια δύναμη με σφεντονάει μέσα από το σκοτεινό βάραθρο· μια άλλη δύναμη με συντραβάει ακατάλυτα στο σκοτεινό βάραθρο.
Δεν είμαι ο κατάδικος, που τον πότισαν κρασί, για να θολώσει το μυαλό του· με λαγαρά τα φρένα, νηφάλιος, δρασκελώ το ανάμεσα στους δύο γκρεμούς μονοπάτι.
Και μάχουμαι πως να γνέψω στους συντρόφους προτού πεθάνω. Να τους δώσω το χέρι μου, να προφτάσω να συλλαβίσω και να τους ρίξω ένα ακέραιο λόγο. Να τους πω τί φαντάζομαι πως είναι τούτη η πορεία· και κατά που ψυχανεμίζουμαι πως πάμε. Και πως ανάγκη να ρυθμίσουμε όλοι μαζί το περπάτημα και την καρδιά μας.
Ένα σύνθημα, σα συνωμότες, ένα λόγο απλό, αν προφτάσω να πω στους συντρόφους!
Ναι, σκοπός της γης δεν είναι η ζωή, δεν είναι ο άνθρωπος. Έζησε χωρίς αυτά, θα ζήσει χωρίς αυτά. Είναι σπίθες εφήμερες της βίαιης περιστροφής της.
Ας ενωθούμε, ας πιαστούμε σφιχτά, ας σμίξουμε τις καρδιές μας, ας δημιουργήσουμε εμείς, όσο βαστάει ακόμα η θερμοκρασία τούτη της Γης, όσο δεν έρχονται σεισμοί, κατακλυσμοί, πάγοι, κομήτες να μας εξαφανίσουν, ας δημιουργήσουμε έναν εγκέφαλο και μιαν καρδιάν στης Γης, ας δώσουμε ένα νόημα ανθρώπινο στον υπερανθρώπινον αγώνα!
Τούτη η αγωνία είναι το δεύτερο χρέος!»
Και τώρα απ΄ τη φιλοσοφία στα αισθήματα και στον πόνο για τον προκείμενο νεκρό:
πήρες τον δρόμο φίλε μου
που ‘πιστρόφια πια δεν έχει
-ώρα που τις θημωνιές τις δέρνουνε στ’ αλώνια-
κι’ αφήνεις πίσω ορφανούς
κόρες, γαμπρούς και εγγόνια.
Κι όπως σε σέρνει στ’ άλογο
ο μαύρος μακελλάρης
ρίξ’ ένα βλέμμα πίσω σου
μην είσαι πεισματάρης.
Θα δεις τους φίλους σου εδώ
με μπιστικούς και ξένους
και ‘μένανε στη θέση μου
να ‘μια βαργουμισμένος.
Για δυό λόγους: ο ένας, η λυπητερή καμπάνα της εκκλησιάς μας «η φριχτή ζητιάνα», όπως το θέλει ο ποιητής, μας κάλεσε να αποχαιρετίσουμε στο στερνό του ταξίδι τον Λεωνίδα Ζωγράφο: γιατρό, σύζυγο, πατέρα, παππού, φίλο και συμπολίτη. Ο άλλος λόγος είναι εξ ίσου σοβαρός. Έχω την ευθύνη «εγκώμιον ποιούμενος» να εκφράσω την σκέψη και τα αισθήματα των τόσων παρόντων φίλων σου αντάξια των προσδοκιών τους. Ο κάθε φίλος σου: η Παλμύρα και ο Ανδρέας Παπαματθαίου, η Βαρβάρα Μπακάλη, η Όλγα Αγγελοπούλου, η Αρετή και ο Γιώργος Λιβανός, η Αργυρώ και ο Κώστας Ζήσιμος, η Ρένια και ο Κώστας Παγώνης, ο Δημήτρης Αυγερίκος, ο Ηρακλής Γεωργιάδης και ο Λαμπρινός Πλατυπόδης. Όλοι αυτοί της «φωλιάς» θέλουν να σου πω τόσα πολλά και σημαντικά και έχω την ευθύνη τις τόσες συνιστώσες να τις κάνω συνισταμένες, ισόμοιρους με τον πόνο που αισθάνονται για σένα. Το πρόβλημα γίνεται δυσθεώρητο γιατί εγγίζει τα όρια της ύβρεως να τολμήσω να εκφράσω τον πόνο των παιδιών σου για την απώλειά σου και να βρω τρόπο να γίνω αγγέλισμα παρηγοριάς στην θλίψη τους. Προστίθεται επιπλέον το πρόβλημα της γνωσιακής επιστήμης, άλυτο έως τώρα. Υποχρεούμαι να κατασκευάσω προτάσεις που το νόημά τους θα μεταφραστεί σε προτάσεις κατανοήσιμες στην άλλη πλευρά από τον παρόντα και απερχόμενο φίλο μας. Θέλω να βρω λέξεις-προτάσεις που να κατανοηθούν από τον Λεωνίδα στην δική του καινούργια γλώσσα. Λύνω το πρόβλημά μου της ανεπάρκειας ζητώντας του συγγνώμη, χρησιμοποιώντας τις μέχρι τώρα δυνατότητες της γλώσσας μου. Αρχίζω το εγκώμιό μου Λεωνίδα κάνοντας τις σκέψεις μου ταξιδιάρες από το δικό μου μυαλό στο κεφάλι των παρισταμένων φίλων και συμπολιτών. Ο Λεωνίδας Ζωγράφος υπήρξε κεντρικό πρόσωπο της κοινότητάς μας, εμπνευστής, αγεληλάτης, φίλος. Όλοι οι παρόντες φίλοι και συμπολίτες, συγκεντρώστε τις αναμνήσεις σας και μετατρέψτε τες σε τρ όπο συμπεριφοράς για τα παιδιά μας, για τον τόπο μας και το εγκώμιό του να εκφραστεί με λόγους προσφοράς στην τοπική κοινωνία και την πατρίδα. Οι επιλογές του είναι για μας τους φίλους του υπερηφάνεια, για τους νεώτερους καθήκον και δρόμος για ελπίδα. Ευχαριστώ τον πατέρα Λάμπρο για το όλο τελετουργικό. Λεωνίδα Ζωγράφο θα σε θυμόμαστε. Παρηγορούμαι να σου αποστείλω σαν τελευταίο μήνυμα και ο θάνατός σου στέλνει σε μένα και στους άλλους. «Όχι! Όχι! Ποτέ μην αναγνωρίσετε τα σύνορα του ανθρώπου. Να σπάτε τα σύνορα. Να αρνιέστε ό,τι θωρούν τα μάτια σας. Να πεθαίνεις και να λες: θάνατος δεν υπάρχει.
Καλό ταξίδι φίλε μου
Κώστας Καλογεράς