Να μπούμε κατευθείαν στο «ψητό»! Στην Αίγυπτο και στο Ισραήλ το φυσικό αέριο έχει τιμή 12 και 13 ευρώ ανά μεγαβατώρα, όταν στην Ευρώπη αγοράζουμε από τους ομόθρησκους σε τιμή 80 ευρώ. Θα μπορούσαμε να εισάγουμε υγροποιημένο φυσικό αέριο από τις δύο αυτές χώρες! Έστω να αρχίσουμε να συζητάμε μαζί τους μακροχρόνιες συμβάσεις που θα εξασφάλιζαν τα συμφέροντά μας. Αν υπάρχει λόγος για να μείνουμε εξαρτώμενοι από τους Ρώσους, αυτή είναι μία άλλη συζήτηση.
Οι τιμές των 12 και 13 ευρώ αφορούν εσωτερική κατανάλωση στην Αίγυπτο και στο Ισραήλ. Αλλά ήδη αυτές οι δύο χώρες επενδύουν στον κλάδο και αναπτύσσονται με δυναμικό τρόπο. Ωστόσο, η γειτνίαση μας υπόσχεται χαμηλότερη επιβάρυνση σε κόστη σε σχέση λ.χ. με την έλευση υγροποιημένου φυσικού αερίου από πιο απομακρυσμένες περιοχές, όπως οι ΗΠΑ που δίνουν το 50% του LNG που καταναλώνει η χώρα μας. Υποδομές σημαντικές υπάρχουν και στο Ισραήλ και στην Αίγυπτο, ενώ υπογράφονται συνεχώς εμπορικές συμφωνίες μεταξύ εταιρειών που παράγουν στο Ισραήλ και εξάγουν στην Αίγυπτο. Τέλος, είναι προγραμματισμένες ήδη για φέτος νέες γεωτρήσεις που θα αυξήσουν την παραγωγή.
Τα λέμε αυτά επειδή η αγορά αυτή τώρα ανοίγει και είναι κρίμα να μην εκμεταλλευτούμε τις καλές σχέσεις που έχουμε με Αίγυπτο και Ισραήλ. Και να μην ξεχνάμε ότι οι οικονομικές σχέσεις είναι αυτές που δημιουργούν το υπόβαθρο για τη «φιλία και τη συνεργασία» των λαών. Έχουμε κάθε συμφέρον να αναπτύξουμε τις εμπορικές μας σχέσεις με τους φίλους μας στην Ανατολική Μεσόγειο από το να αυξάνουμε τους λογαριασμούς του Πούτιν.
Όποιος πιστεύει ότι η φετινή κρίση ήταν περαστική, αυταπατάται. Οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου ήρθαν για να μείνουν. Ορισμένα χρήσιμα στοιχεία:
Η κατανάλωση φυσικού αερίου στη χώρα αυξάνεται και θα αυξάνεται σταθερά, φθάσαμε τις 70 εκατ. μεγαβατώρες το 2021 – ή κάτι παραπάνω από 6,5 δισ. κυβικά μέτρα – αύξηση σχεδόν 11% σε σχέση με το 2020 και ιστορικό ρεκόρ για τη χώρα μας. Αυτό σε μία χρονιά που η χώρα μας και η Ευρώπη βιώνει μια πρωτοφανή ενεργειακή κρίση με τις τιμές του φυσικού αερίου να βρίσκονται σε ιστορικό ρεκόρ.
Το 1/3 του αερίου παίρνουμε είναι σε LNG, το υπόλοιπο έρχεται με αγωγούς κυρίως από τη Ρωσία και με ένα μικρό ποσοστό από την… Τουρκία!
Μια ματιά στα στοιχεία του Platts δείχνει ότι αυτήν την περίοδο βρισκόμαστε μεταξύ 70 και 80 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ το προηγούμενο διάστημα, τα μελλοντικά συμβόλαια έχουν κάνει και κορυφώσεις στα επίπεδα των 200 ευρώ!
Οι λόγοι είναι γνωστοί: Υπάρχει μεγάλη ζήτηση λόγω του χειμώνα και ταυτόχρονα παρατηρείται έλλειψη αποθεμάτων στους αποθηκευτικούς χώρους της Ευρώπης. Να προσθέσουμε τη μη επαρκή ανάπτυξη κοιτασμάτων στον βωμό της «πράσινης» ανάπτυξης, την επιβάρυνση του φυσικού αερίου με κόστη εκπομπής CO2 και, βέβαια, να μην ξεχνάμε ο κορυφαίος προμηθευτής της ΕΕ και της χώρας μας, η Gazprom, εκμεταλλεύεται με τον συμφερότερο για αυτήν τρόπο της προνομιακής της θέσης.
Το έλλειμμα στρατηγικής σε σχέση με το φυσικό αέριο δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Πέραν των επιδοτήσεων, οι οποίες καλύπτουν ένα μόνο μέρος στα κόστη, λύσεις ουσιαστικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν έχουν δοθεί. Μπορεί να πει κανείς ότι υπάρχει μια σταδιακή αλλαγή στην αντιμετώπιση του φυσικού αερίου, το οποίο μέχρι πρότινος η Ευρώπη εξοβέλιζε στο πυρ το εξώτερον ως ρυπογόνο καύσιμο, αλλά τώρα αναγκάζεται να δει το αυτονόητο: δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτό. Θα δούμε ενδεχομένως αλλαγή πλεύσης σε θέματα όπως οι επιχορηγήσεις επενδύσεων σε αέριο αλλά και μεγαλύτερη δραστηριότητα στην έρευνα και την ανάπτυξη κοιτασμάτων. Και φυσικά θα υπάρχει πλέον πρόνοια, μετά από το φετινό πάθημα, να γεμίσουν οι αποθήκες, αφού φυσικά αποκλιμακωθούν οι τιμές.
Η χώρα μας απέχει πολύ από το να αναπτύξει δικά της κοιτάσματα φυσικού αερίου. Δεν τα έχει βρει και δεν δείχνει διατεθειμένη να τα ψάξει καν. Οι αποχωρήσεις (Repsol) ή οι αναβολές ερευνών (Total – ExxonMobil) από πολυεθνικές δείχνουν ότι ο τομέας δεν προχωρεί. Ακόμη κι αν υποθέταμε ότι αλλάζαμε πολιτική και ότι σήμερα ανάβαμε τις μηχανές στο φουλ, θα χρειαζόμασταν από 6 ως 8 χρόνια για να αναπτύξουμε κοιτάσματα. Αν βεβαίως τα έχουμε ανακαλύψει πριν. Σαν πολλά μαζεύτηκαν τα ζητούμενα…
Στην αποθήκευση, λόγω της υποδομής της Ρεβυθούσας, τα πράγματα είναι καλύτερα, αλλά και εδώ η αποθηκευτική δυνατότητα δεν ξεπερνά τις μερικές εβδομάδες. Την αποθήκη της Καβάλας τη συζητούμε αισίως 11 χρόνια. Οι εκτιμήσεις, πάντως, λένε ότι αν ξεκινούσαμε να τη φτιάξουμε και να τη γεμίσουμε σήμερα, τα κόστη θα ήταν δυσθεώρητα και, πέραν της ασφάλειας του εφοδιασμού, δεν θα υπήρχε όφελος για την οικονομία και τους καταναλωτές,
Αδιέξοδο; Στη ζωή δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Υπάρχουν μόνο συμφέροντα. Η πολιτική εξουσία θα πρέπει να αναρωτηθεί για ποιον λόγο εμφανίζονται «αδιέξοδα» κάθε φορά που η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το φυσικό αέριο. Αν υπάρχουν λόγοι για να μην προκρίνονται ρεαλιστικές κάθε φορά λύσεις και να μένουμε εξαρτώμενοι από τους Ρώσους.
Να το επαναλάβουμε: Μήπως είναι η ώρα να κάτσουμε στο τραπέζι με τους έτσι κι αλλιώς στενούς εταίρους μας, την Αίγυπτο και το Ισραήλ, για να δούμε αν μπορούμε και από πότε μπορούμε να τρέξουμε μακροπρόθεσμες συμβάσεις σε τιμές προφανέστατα χαμηλότερες από αυτές που έχουμε υποχρεωθεί να πληρώνουμε όλο αυτό το διάστημα;
Προφανώς, οι υπογραφές τέτοιων συμφωνιών δεν μπορούν να είναι αποκλειστικό προνόμιο της Ρωσίας, της Αλγερίας και των άσπονδων εχθρών Τούρκων. Δεν μπορούμε να φανταστούμε ποιοι θα μπορούσαν να είναι αρνητικοί σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, εκτός μόνο από τον στενό πυρήνα όσων εμπλέκονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στις συμβάσεις που μας φέρνουν αντιμέτωπους με αυτές τις εξωφρενικές τιμές.
Άλλωστε, η εισαγωγή με καράβια ισραηλινού, αιγυπτιακού (αλλά και κυπριακού, αργότερα) φυσικού αερίου δεν είναι τίποτε άλλο από τον ίδιο τον East Med. Μόνο που θα λείπει ο αγωγός. Γεωπολιτικά, όμως, είναι το ίδιο, είναι σίγουρα ο φθηνότερος τρόπος και προφανέστατα πιο άμεσα υλοποιήσιμος.
Θανάσης Μαυρίδης