Ελλάδα-Βουλγαρία-Σκόπια: Η “μακεδονική γλώσσα, η ταυτότητα” και οι Πρέσπες
Η Βουλγαρία, αν και από τις πρώτες χώρες που αναγνώρισαν την ανεξάρτητη «Μακεδονία», ουδέποτε αναγνώρισε την γλώσσα ως «μακεδονική», θεωρώντας ότι πρόκειται για διάλεκτο της Βουλγαρικής και ότι η ταυτότητα των πολιτών της χώρας είναι βουλγαρική.
Το 2017, η τότε «ΠΓΔΜ» και η Βουλγαρία, υπέγραψαν συμφωνία φιλίας που προέβλεπε και την σύσταση επιτροπών, για την εξέταση των ιστορικών θεμάτων και των αναφορών σε βιβλία (όπως προβλέπεται και στην Συμφωνία των Πρεσπών), η οποία επιτροπή όμως, δεν κατόρθωσε να καταλήξει σε αποφάσεις καθώς οι επιδιώξεις της Βουλγαρίας δεν γίνονται αποδεκτές από τα Σκόπια.
Έτσι δημιουργείται μια νέα «παράλογη» για τους Ευρωπαίους διαφορά, στα Βαλκάνια, για την οποία ευθύνη έχει και η Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία χάιδεψε τον «μακεδονισμό» και άφησε ανοικτούς λογαριασμούς για τα θέματα ταυτοτήτων στα Βαλκάνια.
Σε μια εποχή που υπάρχει αβεβαιότητα στη Βουλγαρία, για το εάν θα σχηματιστεί νέα κυβέρνηση ή θα προχωρήσει η χώρα σε επαναληπτικές εκλογές, το μήνυμα που στέλνει η διεθνής κοινότητα στην Σόφια, σχετικά με τον αποκλεισμό των Σκοπίων, είναι ότι η «μακεδονική γλώσσα και ταυτότητα» δεν είναι υπό διαπραγμάτευση.
Τέτοια μηνύματα, έρχονται αφότου όλοι οι βούλγαροι πολιτικοί ανακοίνωσαν προηγουμένως, ότι δεν θα παρεκκλίνουν από τη «σκληρή θέση», ανεξάρτητα από την πίεση που δέχονται, γεγονός που δείχνει ότι η Σόφια είναι αποφασισμένη να «επαναπροσδιορίσει πλήρως την ταυτότητα, τη γλώσσα και την ιστορία των Σκοπίων».
Πρόσφατα, ο πρώην μεσολαβητής στη διαμάχη μεταξύ Ελλάδας και Σκοπιων, σχετικά με τις διαφορές του ονόματος, Μάθιου Νίμιτς, ανακοίνωσε ότι η «μακεδονική γλώσσα αναγνωρίζεται και επιβεβαιώνεται παγκοσμίως, και η ταυτότητα δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων».
“Η μοναδικότητα της μακεδονικής γλώσσας, αναγνωρίζεται και επιβεβαιώνεται παγκοσμίως στα Ηνωμένα Έθνη”, δήλωσε ο Μάθιου Νίμιτς.
Πρόσθεσε ότι η ταυτότητα και η γλώσσα, δεν αποτελούν μέρος της συμφωνίας των Πρεσπών. Σύμφωνα με τον ίδιο, η ταυτότητα δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων. «Δεν μπορείτε να διαπραγματευτείτε για αυτό. Υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν εσωτερικά συναισθήματα μεταξύ Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας» ανάφερε.
”Οι άνθρωποι στη Βόρεια Μακεδονία, είναι συναισθηματικοί για αυτό και οι άνθρωποι στην ελληνική περιοχή της Μακεδονίας, εξακολουθούν να είναι συναισθηματικοί. Δεν οδηγείστε από συναισθήματα, αλλά μπορείτε να καταλήξετε σε μια συμφωνία για το πώς μιλάτε γι ‘αυτό, πώς το διατυπώνετε, με σεβασμό σε διαφορετικές απόψεις για ευαίσθητα ιστορικά ή συναισθηματικά ζητήματα”, δήλωσε ο Νίμιτς.
Παρόμοια μηνύματα, είχαν σταλεί στο παρελθόν από τους προέδρους της Σλοβενίας, της Κροατίας και της Αυστρίας, ότι τα οικεία χαρακτηριστικά ενός έθνους, δεν πρέπει να αγγίζονται, κάτι που αποτελεί απλώς επιβεβαίωση ότι η διεθνής κοινότητα στέλνει ένα μήνυμα στη μελλοντική βουλγαρική κυβέρνηση, ότι πρέπει να επανεξετάσει τη θέση της στον ”αποκλεισμό” των Σκοπίων.
«Οι Βούλγαροι γνωρίζουν πολύ καλά τι ψάχνουν. Γνωρίζουν ότι ζητήματα όπως η ταυτότητα, η γλώσσα, η ιστορία δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, αλλά λόγω δεδομένων περιστάσεων και λόγω της ιστορικής μακροπρόθεσμης πεποίθησής τους, ότι μια μέρα η πΓΔΜ πρέπει να είναι Βουλγαρική, είναι δύσκολο να παραιτηθούν από τις θέσεις τους», λέει ο καθηγητής Ζίβκο Αντρέβσκι.
Προσθέτει ότι η διεθνής κοινότητα, στέλνει σαφή μηνύματα στη Βουλγαρία ότι αυτό που ζητά είναι παράλογο.
Βέβαια διακαής πόθος των Σκοπίων, είναι η ένταξή τους στην Ευρωπαική οικογένεια, όπου οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ θα είναι μακρές και κουραστικές, γιατί ως κοινωνία και ως Κράτος δεν έχουν επιτύχει τα ”κριτήρια” σε πολλούς τομείς.
Για τον καθηγητή διεθνούς δικαίου και επιστημονικό σύμβουλο στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου, Igor Janev, ανεξάρτητα από τις δηλώσεις της ΕΕ που απευθύνονται στη Βουλγαρία, αναφέρει οτι βασικά οι Βρυξέλλες δεν θέλουν να φέρουν προβλήματα στην Ένωση.
«Με τη Συμφωνία Καλής Γειτονίας και Συνεργασίας, η Βουλγαρία έλαβε τη βάση για την «διαμάχη» και επίλυση των «αμφισβητούμενων ζητημάτων», επειδή συμφωνήσαμε μόνοι μας (με υπογραφή και επικύρωση) ότι η διαφορά υπάρχει και πρέπει να επιλυθεί».
”Προς το παρόν η ΕΕ, (πετάει την μπάλα στην κερκίδα) δεν έχει τοποθετηθεί στη διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών. Η Γερμανία ως προεδρεύουσα εκείνη την εποχή στην ΕΕ, κάλεσε τις δυο πλευρές να λύσουν όλα τα ανοιχτά προβλήματα στην «επιτροπή ιστορικών»”.
”Σκοπός της Συμφωνίας των Πρεσπών, ήταν να ξεκαθαρίσει τα πράγματα στην ονοματολογική διαμάχη Ελλάδας και «Βόρειας Μακεδονίας». Ωστόσο η εφαρμογή της συμφωνίας, εξακολουθεί να οδηγεί σε διαφωνίες. Ενώ το όνομα της χώρας, ως «Βόρεια Μακεδονία», γίνεται εν πολλοίς αποδεκτό, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τη γλώσσα”.
‘Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3β και 3γ της Συμφωνίας των Πρεσπών, οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, ονομάζονται «Μακεδόνες» και η γλώσσα τους «μακεδονική»”.
”Ταυτόχρονα το άρθρο 7 παρ. 4, δεσμεύει το κράτος της «Βόρειας Μακεδονίας», να αναγνωρίσει ότι «η επίσημη γλώσσα του, η μακεδονική, ανήκει στην ομάδα των νοτιοσλαβικών γλωσσών»”.