1) Δεν τις φάγαμε μαζί τις συντάξεις…

Αν η ασφαλιστική μεταρρύθμιση που επιχειρεί ο κ. Π. Τσακλόγλου από 1/1 του 2022 είχε γίνει στις αρχές της δεκαετίας του 2000 επί Γιανίτση, Σπράου ή ακόμη καλύτερα στις αρχές της δεκαετίας του ’90 επί Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η Ελλάδα δεν θα είχε χρεοκοπήσει το 2010 ούτε θα ήταν υποψήφια για μια νέα χρεοκοπία λόγω του ασφαλιστικού στο μέλλον. Επιπλέον οι περισσότεροι εξ ημών θα μπορούσαμε να ελπίζουμε πως θα λάβουμε αξιοπρεπείς συντάξεις κάτι που θα εξομάλυνε τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις και την πορεία της χώρας.

Όσοι ξεκινήσουν να εργάζονται από 1/1 του 2022 λοιπόν θα μπορούν να ελπίζουν πως μετά από 35-40 έτη οι εισφορές μαζί με τις αποδόσεις τους, που θα έχουν καταβάλει, θα τους ανήκουν χωρίς κανένας πολιτικάντης να μπορεί να αποφασίζει με πόσα θα μπορούν να ζήσουν αξιοπρεπώς.

Μερικές από τις προβλέψεις του νέου συστήματος επικουρικής ασφάλισης είναι οι εξής:

-Το  νέο σύστημα θα είναι υποχρεωτικό μόνο για όποιους κολλήσουν το πρώτο ένσημο μετά την 1/1/2022.

-Προαιρετικά θα μπορούν να ασφαλιστούν και όσοι δεν έχουν συμπληρώσει ακόμη το 35ο έτος της ηλικίας.

– Ότι οι ασφαλιστικές εισφορές  που ισχύουν σήμερα δεν προβλέπεται να αλλάξουν.

-Το δικαίωμα επικουρικής σύνταξης θα θεμελιώνεται με 15 χρόνια ασφάλισης ενώ η σύνταξη θα απονέμεται είτε στα 62 είτε στα 67.

-Ο ασφαλισμένος θα έχει δικαίωμα να επιλέξει αν τα χρήματα των ασφαλιστικών του εισφορών θα επενδύονται συντηρητικά ή επιθετικά με στόχο τη διασφάλιση μεγαλύτερων αποδόσεων. Η απόφαση αυτή θα μπορεί να αλλάζει με την πάροδο των ετών.

-Σε περίπτωση θανάτου, η επικουρική σύνταξη θα μεταβιβάζεται κανονικά στον επιζώντα  σύζυγο όπως συμβαίνει και τώρα.

-Ο υπολογισμός της σύνταξης θα γίνεται με έναν μαθηματικό τύπο ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη του διάφορες παραμέτρους. Φυσικά, οι ασφαλιστικές εισφορές που θα έχουν συσσωρευτεί στον ατομικό κουμπαρά αλλά και η απόδοση θα είναι το κυρίαρχο στοιχείο.

-Τέλος, κάθε ασφαλισμένος θα μπορεί να παρακολουθεί τακτικότατα το υπόλοιπο του λογαριασμού του ακόμη και από το κινητό του τηλέφωνο…

Αυτό το τελευταίο θα βάλει τέλος και στον ιδιαίτερα διαδεδομένο μύθο πως αυτά που παίρνουμε μας τα χρωστάνε γιατί μας τα έχουν κρατήσει χωρίς κανένας να είναι σε θέση να γνωρίζει τι έχει καταβάλει και ποια είναι η αξία αυτών σήμερα με τις αποδόσεις τους.

Οι νέοι λοιπόν που θα ξεκινήσουν να εργάζονται το 2022 και θα συνταξιοδοτηθούν περί το 2060-65 θα μπορούν να ελπίζουν πως κανένας δεν θα τους ορίσει το όριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης, εξευτελίζοντάς τους τη ζωή τους.

Έχουμε γράψει πολλάκις για την απάτη του λεγόμενου αναδιανεμητικού συνταξιοδοτικού συστήματος σε μια κοινωνία με φθίνοντες δημογραφικούς δείκτες.

Στη δεκαετία του ’50 όταν ξεκίνησε το σύστημα, για κάθε συνταξιούχο υπήρχαν 6 νεαρής ηλικίας εργαζόμενοι. Μετά το ’80 ζήσαμε τον δωρεάν συνταξιοδοτικό σοσιαλισμό. Το κράτος μοίραζε παχυλές συντάξεις σε δικαιούχους και μη έναντι ψήφων με τις εισφορές των κορόιδων και τα δανεικά.

Μετά, η αναλογία συνταξιούχων-εργαζομένων έφτασε στο 1 προς 2 και αν υπολογίσουμε και τους ανέργους και όσους έχουν φύγει στο εξωτερικό στο 1 προς 1.

Έχουμε φτάσει στο τραγελαφικό σημείο τα παιδιά των 20-25 χρονών να λαμβάνουν 500-600 ευρώ τον μήνα και η μέση σύνταξη, την οποία αυτά πληρώνουν, να είναι 800-900 ευρώ.

Δεν μιλάμε για τους συνταξιούχους της ΔΕΗ που λαμβάνουν έως 1.500 από τα 50 τους και το 2011 ξήλωναν τα πεζοδρόμια  εναντίον των μνημονίων που έκαναν τα 2.500 ευρώ περί τα 1.500.

Όσοι μετά τις δεκαετίες ’70 –’80, που διεφάνη καθαρά η τάση των δημογραφικών δεικτών, υποστήριζαν το εκτός από άδικο και  μη βιώσιμο αναδιανεμητικό σύστημα έπρατταν εν γνώσει τους απάτη και αδικία…

Όσοι θεωρούν πως η χρεοκοπία του 2010 δεν οφειλόταν στο συνταξιοδοτικό ας ξανακοιτάξουν κάποιο βιβλίο πρακτικής αριθμητικής του δημοτικού προκειμένου να καταλάβουν τι σημαίνει η χρηματοδότηση του συστήματος συνταξιοδότησης μεταξύ 2000 και 2010 με πάνω από 200 δισ. ευρώ.

Στην Ελλάδα καταβάλλονται κάθε χρόνο περί τα 27-28 δισ. για συντάξεις. Το ένα τρίτο από αυτά προέρχεται από τις κρατήσεις των όσων εργάζονται και τα δύο τρίτα από τον κρατικό προϋπολογισμό (την φορολογία).

Όσοι εργάζονται σήμερα πληρώνουν τις συντάξεις των άλλων και όταν έρθει η σειρά τους θα εργάζονται λιγότεροι άρα θα είναι λιγότεροι αυτοί που καταβάλουν εισφορές και φόρους.

Αν η μεταρρύθμιση Τσακλόγλου είχε γίνει πριν από 30-40 χρόνια ο καθένας, εκτός της Εθνικής Σύνταξης, θα ελάμβανε ό,τι είχε συνεισφέρει συν τις αποδόσεις του.

Τι θα μπορούσε να είναι δικαιότερο;

Επιμένουν…

Οι δεσμεύσεις των πολιτικών πως το συνταξιοδοτικό μας έχει καταστεί βιώσιμο και άρα όσοι έχουν συνταξιοδοτηθεί ή θα συνταξιοδοτηθούν μπορούν να σχεδιάζουν το υπόλοιπο του βίου τους με βάση τα σημερινά δικαιώματα όπως αυτά θεμελιώνονται, μοιάζουν με κακόγουστα αστεία…

Αρκεί να παρακολουθήσει κάποιος τον δημόσιο διάλογο στη Γερμανία, η οποία δεν έχει χρεοκοπημένα εδώ και δεκαετίες ασφαλιστικά ταμεία, για την ανάγκη η ηλικία συνταξιοδότησης να ανέβει στα 68, για να καταλάβει τη “φάρσα” να θεωρείται στην Ελλάδα βιώσιμο ένα σύστημα που και μετά τη χρεοκοπία μοιράζει συντάξεις περί τα 60-65 έτη ανάλογα με τη χρονολογία γέννησης του κάθε ασφαλισμένου.

Για να αντιληφθεί κάποιος το μέγεθος της απάτης  που παρεπιδημεί σε αυτήν τη χώρα αρκεί να προσέξει τη διαφορά στο ύψος των συντάξεων και την ηλικία συνταξιοδότησης μεταξύ νεότερων και παλαιότερων ασφαλισμένων.

Η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που επιχειρείται είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και λύνει το πρόβλημα με δίκαιο τρόπο μετά το 2050-60. Μέχρι τότε το πρόβλημα παραμένει…

2) Η ευκαιρία…

Η κυριαρχία της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Κέντρο όπου στο μέσον της τετραετίας συγκεντρώνει μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό που συγκέντρωσε στις τελευταίες εκλογές θα έπρεπε να είχε δρομολογήσει ήδη ανατροπές στο ΣΥΡΙΖΑ και τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Το γεγονός πως δεν έχει δρομολογήσει καταδεικνύει και μια  αδυναμία επαφής με την πραγματικότητα η οποία ενδεχομένως οδηγήσει σε στασιμότητα και  πολιτική ανυπαρξία.

Τηρουμένων των αναλογιών κάτι αντίστοιχο έχει να συμβεί από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 με την κυριαρχία του Ανδρέα Παπανδρέου στο Κέντρο.

Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουν είναι γιατί ο Τσίπρας, με τον Τσακαλώτο, την Ξενογιαννακοπούλου και τον Ραγκούση θα κερδίσουν τον Μητσοτάκη ή τον όποιο Μητσοτάκη το ’23 ή το ’33 όταν δεν τον κέρδισαν το ’19;

Τούτο βέβαια για τον κ. Μητσοτάκη  αποτελεί ένα παράθυρο ευκαιρίας αλλά και ευθύνης για τις απαραίτητες  δομικές αλλαγές που θα διαμορφώσουν το πλαίσιο που θα κινηθεί η χώρα στις επόμενες δεκαετίες.

Αν χαθεί αυτή η ευκαιρία ίσως να μην υπάρξει άλλη…

kostas.stoupas@capital.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *