Ο αναρχοκομμουνιστής επιδιώκει την κατάργηση των χρημάτων, των τιμών και της απασχόλησης και προτείνει τη διεξαγωγή μίας σύγχρονης οικονομίας καθαρά με την αυτόματη καταγραφή των «αναγκών» σε κάποια κεντρική τράπεζα δεδομένων. Οποιοσδήποτε που έχει την παραμικρή αντίληψη περί οικονομικών μπορεί να απορρίψει αυτή τη θεωρία σε ένα δευτερόλεπτο.
The Death Wish of the Anarcho-Communists
του Murray N. Rothbard
Απόδοση στα Ελληνικά: Μιχάλης Γκουντής
Εισαγωγή
Τώρα που η Νέα Αριστερά εγκατέλειψε την προηγούμενη χαλαρή, ευέλικτα μη-ιδεολογική της θέση, υιοθετήθηκαν δύο ιδεολογίες ως καθοδηγητικές θεωρητικές θέσεις των Νέων Αριστερών: ο μαρξισμός-σταλινισμός και ο αναρχοκομμουνισμός.
Ο μαρξισμός-σταλινισμός δυστυχώς κατέκτησε το αριστερό πολιτικό τόξο, αλλά ο αναρχοκομμουνισμός έχει προσελκύσει πολλούς αριστερούς που αναζητούν μια διέξοδο από τη γραφειοκρατική και κρατιστική τυραννία που σημάδεψε τον σταλινικό σοσιαλισμό. Και πολλοί libertarians, που αναζητούν μορφές δράσης και συμμάχους σε τέτοιες ενέργειες, ταυτίστηκαν με ένα αναρχικό πιστεύω, το οποίο φαινομενικά προάγει τον εθελοντισμό και ζητά την κατάργηση του καταναγκαστικού κράτους. Είναι όμως καταστροφικό το να εγκαταλείψουμε και να ξεχάσουμε τις δικές μας αρχές στην αναζήτηση συμμάχων σε συγκεκριμένες τακτικές ενέργειες.
Αναρχοκομμουνισμός και ελευθερία
Ο αναρχοκομμουνισμός, τόσο στην αρχική μορφή των Bakunin-Kropotkin όσο και στην τρέχουσα ανορθολογική του «παραδείσου-επί-γης» μορφή, απέχει πολύ από το γνήσιο ιδεώδες της ελευθερίας. Εάν υπάρχει ένα πράγμα, για παράδειγμα, που ο αναρχοκομμουνισμός απεχθάνεται και μισεί περισσότερο από το κράτος είναι το δικαίωμα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Στην πραγματικότητα, ο βασικός λόγος που οι αναρχοκομμουνιστές αντιτίθενται στο κράτος είναι επειδή πιστεύουν λανθασμένα ότι είναι ο δημιουργός και ο προστάτης της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και ότι ως εκ τούτου η μόνη οδός προς την κατάργηση της ιδιοκτησίας είναι η καταστροφή του θεσμού του κράτους. Δεν κατανοούν ότι το κράτος ήταν πάντα ο μεγάλος εχθρός και καταπατητής των δικαιωμάτων της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.
Επιπλέον, ως πολέμιοι της ελεύθερης αγοράς, του οικονομικού μοντέλου κέρδους και ζημίας, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και της υλικής ευημερίας – τα οποία όλα αλληλοσυνδέονται – οι αναρχοκομμουνιστές ταυτίζουν λανθασμένα τον αναρχισμό με την κοινοκτημοσύνη, την αλληλεγγύη και άλλες πτυχές της χιπστερικής κουλτούρας.
Το μόνο καλό που μπορεί κανείς να πει για τον αναρχοκομμουνισμό είναι ότι, σε αντίθεση με τον σταλινισμό, η μορφή αυτή του κομμουνισμού θα ήταν, προφανώς, εθελοντική. Προφανώς, κανείς δεν θα εξαναγκαστεί να ενταχθεί στις κοινότητες, και όσοι θα συνεχίσουν να ζουν μεμονωμένα και να ασκούν δραστηριότητες στην αγορά, θα συνεχίσουν χωρίς να παρενοχληθούν.
Ή μήπως όχι;
Οι ασάφειες των αναρχοκομμουνιστών και τα πραγματικά τους κίνητρα
Οι αναρχοκομμουνιστές ήταν πάντα εξαιρετικά ασαφείς και μπερδεμένοι για τις βασικές αρχές της προτεινόμενης αναρχικής κοινωνίας του μέλλοντος. Πολλοί από αυτούς προωθούν ένα δόγμα που πλήττει βαθύτατα την ελευθερία ότι η αναρχοκομμουνιστική επανάσταση θα πρέπει να κατασχέσει και να καταργήσει κάθε ιδιωτική ιδιοκτησία, ώστε να απογαλακτιστεί ο καθένας από την ψυχολογική του προσκόλληση στην ιδιοκτησία που κατέχει.
Επιπλέον, δεν μπορούμε να προσπεράσουμε το γεγονός ότι, όταν οι Ισπανοί αναρχικοί (αναρχικοί κομμουνιστές του τύπου Μπακούνιν-Κροπότκιν) κατέλαβαν μεγάλα τμήματα της Ισπανίας κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου του 1930, κατάσχεσαν και κατέστρεψαν όλα τα χρήματα στις περιοχές τους και όρισαν αμέσως τη θανατική ποινή για τη χρήση χρημάτων. Κανένα από αυτά δεν μπορεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στις καλές, εθελοντικές προθέσεις του αναρχοκομμουνισμού.
Σε όλα τα υπόλοιπα, ο αναρχοκομμουνισμός κυμαίνεται από καταστροφικός έως παράλογος.
Φιλοσοφικά, αυτό το θρήσκευμα είναι μια ολοκληρωτική επίθεση στην ατομικότητα και στη λογική. Η επιθυμία του ατόμου για ιδιωτική ιδιοκτησία, η προσπάθειά του να βελτιώσει τον εαυτό του, να ειδικευτεί, να συσσωρεύσει κέρδη και εισόδημα, αντιμετωπίζονται εχθρικά από όλους τους κλάδους του κομμουνισμού. Αντίθετα, όλοι υποτίθεται ότι θα ζουν σε κοινότητες, θα μοιράζονται όλα τα πενιχρά τους υπάρχοντα με τους συνανθρώπους τους και κάθε ένας θα είναι προσεκτικός για να μην εξελιχθεί περισσότερο από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες στην κοινότητα.
Στη ρίζα όλων των μορφών κομμουνισμού, υποχρεωτικών ή εθελοντικών, βρίσκεται το βαθύτατο μίσος για την ατομική αριστεία, η άρνηση της φυσικής ή πνευματικής υπεροχής ορισμένων ανθρώπων έναντι κάποιων άλλων και η επιθυμία να υποβαθμιστεί κάθε άτομο στο επίπεδο ενός μυρμηγκιού σε μία μυρμηγκοφωλιά. Στο όνομα ενός ψεύτικου «ανθρωπισμού», ένας παράλογος και βαθιά αντι-ανθρώπινος εξισωτισμός, αναλαμβάνει να αφαιρέσει δια της βίας τα χαρακτηριστικά εκείνα που δίνουν στον άνθρωπο την ανθρωπιά του.
Η οικονομική άγνοια των αναρχοκομμουνιστών
Επιπλέον, ο αναρχοκομμουνισμός περιφρονεί την λογική και τα αποτελέσματά της, τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, την πρόνοια, την σκληρή δουλειά και την ατομική επιτυχία. Αντιθέτως, εκθειάζει παράλογα συναισθήματα, ιδιοτροπίες και καπρίτσια – όλα αυτά στο όνομα της «ελευθερίας». Η «ελευθερία» του αναρχικού κομμουνιστή δεν έχει καμία σχέση με την αληθινή libertarian απουσία διαπροσωπικής επιβολής ή κακοποίησης. Είναι, αντίθετα, μια «ελευθερία» που σημαίνει υποδούλωση στην αδικία, σε παράλογες ιδιοτροπίες, και σε παιδιάστικα καπρίτσια. Κοινωνικά και φιλοσοφικά, ο αναρχοκομμουνισμός είναι μια αποτυχία.
Οικονομικά, ο αναρχοκομμουνισμός είναι σκέτος παραλογισμός. Ο αναρχοκομμουνιστής επιδιώκει την κατάργηση των χρημάτων, των τιμών και της απασχόλησης και προτείνει τη διεξαγωγή μίας σύγχρονης οικονομίας καθαρά με την αυτόματη καταγραφή των «αναγκών» σε κάποια κεντρική τράπεζα δεδομένων. Οποιοσδήποτε που έχει την παραμικρή αντίληψη περί οικονομικών μπορεί να απορρίψει αυτή τη θεωρία σε ένα δευτερόλεπτο.
Πριν από πενήντα χρόνια (σ.σ. ο Rothbard γράφει αυτό το άρθρο το 1970) χρόνια, ο Ludwig von Mises εξέθεσε τη συνολική ανικανότητα μιας κεντρικά οργανωμένης οικονομίας χωρίς χρήματα να λειτουργήσει παρά μόνο στο πιο πρωτόγονο επίπεδο. Γιατί έδειξε ότι το χρήμα και οι τιμές είναι απαραίτητα για την ορθολογική κατανομή όλων των πεπερασμένων πόρων – της εργασίας, της γης και των κεφαλαιουχικών αγαθών – στους τομείς όπου οι καταναλωτές επιθυμούν περισσότερο και όπου θα μπορούσαν να λειτουργήσουν με τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα . Οι σοσιαλιστές παραδέχτηκαν την ορθότητα της πρόκλησης του von Mises και προσπάθησαν μάταια να βρουν έναν τρόπο να έχουν ένα λογικό σύστημα τιμών στην αγορά στο πλαίσιο μιας σοσιαλιστικής προγραμματισμένης οικονομίας.
Οι Ρώσοι, αφού προσπάθησαν να προσεγγίσουν την αχρήματη κομμουνιστική οικονομία με τον «Πολεμικό Κομμουνισμό» λίγο μετά την Μπολσεβίκικη Επανάσταση, αντέδρασαν με τρόμο, καθώς είδαν τη ρωσική οικονομία να καταλήγει σε καταστροφή. Ακόμη και ο Στάλιν δεν προσπάθησε ποτέ να τον αναβιώσει, και από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες γνώρισαν πλήρη εγκατάλειψη αυτού του κομμουνιστικού ιδεώδους και ταχεία κίνηση προς ελεύθερες αγορές, σύστημα ελεύθερων τιμών, δοκιμές κερδών και ζημιών και προώθηση της ευημερίας των καταναλωτών.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακριβώς οι οικονομολόγοι των Κομμουνιστικών χωρών οδήγησαν την οικονομική πολιτική μακριά από τον κομμουνισμό, τον σοσιαλισμό και τον κεντρικό προγραμματισμό και προς τις ελεύθερες αγορές. Δεν είναι έγκλημα να μη γνωρίζει κάποιος οικονομικά, τα οποία είναι, εξάλλου, ένας εξειδικευμένος τομέας γνώσης και αυτός που οι περισσότεροι θεωρούν ότι είναι μια «θλιβερή επιστήμη». Αλλά είναι απολύτως ανεύθυνο να έχουμε μια ισχυρή και εμφατική άποψη για τα οικονομικά θέματα, παραμένοντας όμως σε αυτή την κατάσταση άγνοιας. Ωστόσο, αυτή η κατά τρόπον τινά επιθετική άγνοια είναι εγγενής στο δόγμα του αναρχοκομμουνισμού.
Η υπερ-αφθονία δεν είναι εφικτή
Το ίδιο σχόλιο μπορεί να ειπωθεί και για την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση πολλών Νέων Αριστερών και όλων των αναρχικών κομμουνιστών ότι δεν χρειάζεται πλέον να ανησυχούμε για την οικονομία ή την παραγωγή επειδή υποτίθεται ότι ζούμε σε έναν κόσμο αφθονίας, όπου τέτοια προβλήματα δεν προκύπτουν. Αλλά ενώ η κατάσταση της των πόρων μας είναι ξεκάθαρα ανώτερη από αυτήν των ανθρώπων των σπηλαίων, ζούμε ακόμα σε έναν κόσμο διάχυτης οικονομικής σπανιότητας.
Πώς θα μάθουμε πότε ο κόσμος έχει επιτύχει «υπερ-αφθονία»; Απλά, όταν οι ποσότητες των αγαθών και υπηρεσιών που ενδεχομένως επιθυμούμε έχουν γίνει τόσο υπερβολικές, ώστε οι τιμές τους να έχουν πέσει στο μηδέν. Με λίγα λόγια, όταν μπορούμε να αποκτήσουμε όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες, όπως στον Κήπο της Εδέμ, χωρίς προσπάθεια, χωρίς δουλειά, χωρίς τη χρήση περιορισμένων πόρων.
Το αντι-ορθολογικό πνεύμα του αναρχοκομμουνισμού εκφράστηκε από τον Norman Brown, ενός από τους γκουρού της νέας «αντι-κουλτούρας»:
Ο μεγάλος οικονομολόγος von Mises προσπάθησε να αντικρούσει τον σοσιαλισμό αποδεικνύοντας ότι, με την κατάργηση των συναλλαγών, ο σοσιαλισμός έκανε τον οικονομικό υπολογισμό και ως εκ τούτου τον οικονομικό ορθολογισμό αδύνατο […] Αλλά αν ο von Mises έχει δίκιο, τότε αυτό που ανακάλυψε δεν είναι μια κατάρριψη αλλά μια ψυχαναλυτική δικαιολόγηση του σοσιαλισμού […] Είναι μια από τις θλιβερές ειρωνείες της σύγχρονης πνευματικής ζωής, ότι η απάντηση των σοσιαλιστών οικονομολόγων στα επιχειρήματα του von Mises ήταν να επιχειρήσουν να αποδείξουν ότι ο σοσιαλισμός δεν ήταν ασυμβίβαστος με τον «λογικό οικονομικό υπολογισμό» – δηλαδή ότι θα μπορούσε να διατηρήσει την απάνθρωπη αρχή των οικονομικών. (Life Against Death, Random House, paperback, 1959, σελ. 238-39.)
Το γεγονός ότι η εγκατάλειψη του ορθολογισμού και των οικονομικών για λογαριασμό της «ελευθερίας» και της ιδιοτροπίας θα οδηγήσει στην κατάργηση της σύγχρονης παραγωγής και του πολιτισμού και θα μας επιστρέψει στη βαρβαρότητα δεν αποθαρρύνει τους αναρχικούς κομμουνιστές και άλλους διανοητές της νέας «αντι-κουλτούρας». Αλλά αυτό που δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν είναι ότι το αποτέλεσμα αυτής της επιστροφής στον πρωτογονισμό θα ήταν η λιμοκτονία και ο θάνατος για σχεδόν όλη την ανθρωπότητα και η οριακή επιβίωση για όλους τους υπόλοιπους.
Κλείνοντας
Εάν επιτύχουν, θα διαπιστώσουν ότι είναι δύσκολο πράγματι να είμαστε χαρούμενοι και «ελεύθεροι», ενώ λιμοκτονούμε. Όλα αυτά μας φέρνουν πίσω στα σοφά λόγια του μεγάλου Ισπανού φιλόσοφου Ortega y Gasset: