Ένα παιδί μεγαλώνει όπως ένα δέντρο. Το δέντρο, αν έχει ιδανικές συνθήκες εδάφους, ποτίσματος, θερμοκρασίας, φωτός, αέρα, περιποίησης, θα είναι θαλερό. Αν κάτι ή όλα πάνε στραβά, θα υποφέρει. Μπορεί να καταφέρει να επιβιώσει, αλλά θα υποφέρει. Κι ανάλογη με τον βαθμό του προβλήματος θα είναι η καχεξία που θα αποκτήσει, αν τελικά δεν μαραθεί.
Η διαφορά με το παιδί είναι πως στο δέντρο τα προβλήματα φαίνονται. Στο παιδί, άλλα φαίνονται κι άλλα όχι. Κι αυτά που δεν φαίνονται μπορεί να δημιουργήσουν καχεξία που μπορεί να φαίνεται, μπορεί και όχι. Αν πάσχει από αβιταμίνωση, θα έχει ελλιπή ανάπτυξη. Αν παίρνει όλες τις βιταμίνες, αλλά πάσχει από έλλειψη αποδοχής, μπορεί να γίνει δυο μέτρα άνθρωπος, αλλά κάποιο σημάδι θα του μείνει στην ψυχή. Το λέει και το τραγούδι: “άντρας δυο μέτρα σαν το κουκλί, να ζητιανεύει το φιλί”. Αν αυτός ο δυο μέτρα άντρας ξάπλωνε στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή, πολλά θα είχε να πει για τα τραύματα που βίωσε στα καθοριστικά χρόνια της παιδικής του ηλικίας και τον κάνουν να ζητιανεύει το φιλί, παρά το ότι “γελάνε όλοι στη γειτονιά”. Πολλά θα είχε να πει για την παιδική του ηλικία και ένας παραβατικός, από τον Πάσσαρη που φόρεσε ράσα, ως τους μέχρι πρόσφατα “αγαπημένους” καλλιτέχνες του κοινού που μαθαίνουμε ότι η συμπεριφορά τους ως “ιερών τεράτων”, ταίριαζε λιγότερο με το “ιερών” και περισσότερο με το “τεράτων”.
Ποιες είναι οι ιδανικές συνθήκες μεγαλώματος ενός παιδιού; Μια δεμένη οικογένεια με πατέρα και μητέρα, που έχει αρχές και κανόνες, που προσφέρει σιγουριά, σταθερότητα, θαλπωρή, στοργή, προστασία αλλά και ελευθερία, και που δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον για το παιδί, μαθαίνοντάς του παράλληλα πως η ζωή είναι μια ισορροπία ανάμεσα σε δικαιώματα και υποχρεώσεις, σε δικαιοδοσία και ευθύνη. (Γιατί και ο υπερβολικός προστατευτισμός, τοξικός είναι κι αυτός και μπορεί να “πνίξει” ένα παιδί όπως ένα δέντρο το υπερβολικό πότισμα.)
Τι συμβαίνει όταν κάτι από τα παραπάνω δεν υφίσταται; Κάτι στην ανάπτυξη του παιδιού πάσχει. Από ελάχιστα έως πολύ. Το να πεις πως παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς τον έναν ή και τους δύο γονείς αισθάνονται την έλλειψη και πονάνε γι’ αυτό, είναι προσβολή για τα ορφανά παιδιά; Όχι, βέβαια! Το να πεις πως παιδιά που γεννιούνται με, ή αποκτούν σωματικές ή ψυχικές αναπηρίες πρέπει να παλέψουν περισσότερο και να κουραστούν περισσότερο από τους υπόλοιπους είναι προσβολή για τα ανάπηρα παιδιά; Όχι, βέβαια! Υποστηρίζει κανείς το αντίθετο;
Αυτά δεν είναι ανάγκη να τα πουν έρευνες. Τα λέει η ίδια η φύση που όρισε ότι ο άνθρωπος χρειάζεται το ¼ περίπου της ζωής του για να ωριμάσει. Αν είχαμε την εξέλιξη της γάτας θα ήμασταν ενήλικες από 2 ετών. Αν είχαμε την οικογενειακή οργάνωση του λιονταριού τα παιδιά θα τα μεγάλωναν οι 5-10 γυναίκες της αγέλης αλλά θα τα σκότωνε όλα ο αντεραστής αν έπαιρνε το πάνω χέρι. Είμαστε όμως άνθρωποι και έχουμε εδώ και χιλιάδες χρόνια ένα μοντέλο διαιώνισης του είδους: την οικογένεια, με έναν άντρα και μια γυναίκα που κάνουν παιδιά και τα μεγαλώνουν. Λειτουργεί άψογα αυτό το μοντέλο; Κάθε άλλο! Και ασταθές είναι και προβληματικό και ασφυκτικό και πολλές φορές διαλύεται. Αλλά δεν έχουμε ανακαλύψει καλύτερο. Και όσοι σπρώχνουμε πιο πέρα «του ζευγαριού την ασήκωτη σφαίρα, νύχτα και μέρα», επισκευάζουμε τις συχνές βλάβες αυτού του μοντέλου, προσπαθώντας να προσεγγίσουμε, όσο περισσότερο μπορούμε, στο ιδανικό.
Και πάμε τώρα στο θέμα που κάνει “τζιζ”. Το να πεις πως παιδιά που ζουν σε ένα σπίτι με τον Γιώργο και την Κατερίνα, είναι πιο κοντά στο ιδανικό περιβάλλον απ’ ό,τι παιδιά που ζουν με τον Γιώργο και τον Χρήστο, είναι προσβολή για κάποιον; Για ποιον; Για το παιδί; Για τον Γιώργο; Για τον Χρήστο; Για όσους και όσες έχουν τον ίδιο με εκείνους ερωτικό προσανατολισμό; Μπορεί ο Γιώργος και ο Χρήστος να προσφέρουν απλόχερα φροντίδα, στοργή, εκπαίδευση, πολιτισμό. Μπορεί να ξημεροβραδιάζονται σε βιβλιοπωλεία, γκαλερί και αίθουσες συναυλιών. Μπορεί να πληρώνουν τους καλλίτερους παιδοψυχολόγους για το υιοθετημένο. Μπορεί το περιβάλλον αυτό να είναι κλάσεις ανώτερο από το περιβάλλον που προσφέρει μια “κανονική” οικογένεια στο “κανονικό” της παιδί.
Αλλά δεν συγκρίνουμε περιπτώσεις μεμονωμένα. Η σύγκριση, για να έχει νόημα, γίνεται με τον κανόνα ceteris paribus. Δηλαδή, συγκρίνω την ίδια μεταβλητή σε δυό περιπτώσεις, όταν όλοι οι άλλοι όροι είναι ίδιοι. Επί ομοίων λοιπόν οικογενειών, ναι, η οικογένεια με τον Γιώργο και την Κατερίνα πλεονεκτεί της οικογένειας με τον Γιώργο και τον Χρήστο ή την Κατερίνα και την Άννα. Δεν θα έπρεπε καν να το συζητάμε! Δεν θα έπρεπε καν να σχολιάζουμε όποιον το λέει! Σχολιάζεις όποιον σου λέει το πρωί καλημέρα; Θα μπορούσε, υπό άλλη οπτική γωνία, να σου πει την ίδια ώρα “καληνύχτα” και να είναι σωστό; Θα τρελαθούμε εντελώς;
Έχω επιχειρηματολογήσει πολλές φορές κατά των εννοιών φυσιολογικό – μη φυσιολογικό όταν αναφέρονται σε σεξουαλική συμπεριφορά, υποστηρίζοντας ότι η ερωτική έλξη είναι φυσιολογική όπως και να την αισθάνεσαι και για όποιον και να την αισθάνεσαι, καθώς υπάρχει στη φύση των ανθρώπων, με χιλιάδες παραλλαγές επί χιλιάδες χρόνια. Μπορεί, το να φοράς, κοτζάμ άντρας, λαιμαριά και να σου βάζει η άλλη τον χαλκά για να σε σέρνει βόλτα, για μένα να είναι γελοίο, αλλά, για όσους “φτιάχνονται” έτσι, είναι φυσιολογικό, καθώς αποτελεί εκδήλωση, και διαδεδομένη μάλιστα, του φυσικού όντος που είναι ο άνθρωπος. Επί ενηλίκων συναινούντων, όλα επιτρέπονται.
Όμως, άλλο το σεξ, άλλο η οικογένεια. Ο Γιώργος και ο Χρήστος δεν μπορούν φυσιολογικά να τεκνοποιήσουν. Ούτε η Κατερίνα με την Άννα. Άρα το να παίζουν τον ρόλο των γονέων είναι αφύσικο, διότι η φύση δεν το προβλέπει. Έρχεται όμως η κοινωνία των ανθρώπων και λέει “επειδή κάποια παιδιά, για διαφόρους λόγους, μένουν χωρίς γονείς, τι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτά;” Και δημιούργησε τον θεσμό της υιοθεσίας. Ποιο είναι το κεντρικό πρόσωπο σε μια υιοθεσία; Το παιδί! Ποιανού τα συμφέροντα, οι επιθυμίες, οι προοπτικές πρέπει να εξυπηρετούνται σε μια υιοθεσία; Μα, του παιδιού! Υπάρχει αντίρρηση; Όταν λοιπόν οι κοινωνικές υπηρεσίες λένε σε ένα άτεκνο ζευγάρι που διαπίστωσαν ότι δεν διαθέτει τη σταθερότητα ή τη συναισθηματική ωριμότητα, “λυπούμαστε αλλά δεν μπορείτε να υιοθετήσετε” θα πρέπει να τις κατηγορήσουμε για ρατσισμό; Για… ανωριμοφοβία, μήπως; Και τι θα γίνει με το άτεκνο ζευγάρι που η φύση καταδίκασε (επίτηδες χρησιμοποιώ αυτό το ρήμα) να μην έχει, ο άντρας, η γυναίκα ή και οι δύο, τη φυσική δυνατότητα (για ορμονικούς, ανατομικούς ή χίλιους δυο άλλους λόγους) να αποκτήσουν παιδί και επιπλέον δεν έχουν την ψυχική ή πνευματική συγκρότηση για να υιοθετήσουν; Θα μείνουν χωρίς παιδί! Για πάντα; Ναι! Είναι άδικο; Απολύτως, αλλά είναι φυσιολογικό. Ποιος σου είπε ότι η φύση είναι δίκαια; Όπως, από την άλλη πλευρά, είναι φυσιολογικό αλλά επίσης άδικο να αποκτάει παιδί ένας 80άρης, ξέροντας ότι, κατά πάσα πιθανότητα, θα το αφήσει ορφανό πριν να μπει στην εφηβεία.
Γιατί λοιπόν θεωρείται “ομοφοβία” το να διατυπώσει κάποιος δημοσίως την αυτονόητη άποψη ότι ένα παιδί θέλει πατέρα και μητέρα; Ότι πρέπει να έχει προσλαμβάνουσες και από τα δύο φύλα, να έχει πρότυπα, να διερευνήσει, μεγαλώνοντας με τους γονείς του, τους ρόλους και τις ισορροπίες των φύλων – εμπειρία πολύτιμη για την ψυχική του ωριμότητα – παρατηρώντας τους και μιμούμενο ή αποστρεφόμενο εκφάνσεις της συμπεριφοράς τους; Έχουν γραφτεί τόμοι μελετών για το πώς τα παιδιά πρέπει να αντιλαμβάνονται ότι οι γονείς τους δεν είναι δύο συγκάτοικοι αλλά έχουν μεταξύ τους και ερωτική σχέση. Για το σε ποιες εκδηλώσεις αυτής της σχέσης πρέπει να εκτίθενται τα παιδιά και σε ποια ηλικία. Και όλες συμφωνούν πως το ασηπτικό μοντέλο του παρελθόντος κατά το οποίο οι γονείς απέφευγαν ακόμα και να φιληθούν μπροστά στα παιδιά δεν είναι υγιές. Φυσικά, ούτε είναι υγιές το παιδί να ακούει ή να βλέπει τους γονείς του να βογκούν και να μιλούν πρόστυχα στην κρεβατοκάμαρα ή στον πάγκο της κουζίνας. Όσοι έχουν μεγαλώσει παιδιά, ξέρουν ότι ο βαθμός εκδήλωσης της ερωτικής πλευράς της σχέσης των γονέων, παρουσία του παιδιού, είναι έναν πολύ λεπτό – το πιο λεπτό ίσως – θέμα στο κεφάλαιο “ανατροφή”, διότι καθώς το παιδί δεν διαθέτει κώδικες, μπορεί εύκολα να δημιουργήσει εσφαλμένες εντυπώσεις ή να αναπτύξει φοβίες και σύνδρομα που θα επιδράσουν στον ψυχισμό του και στην κατοπινή σεξουαλική του συμπεριφορά. Πώς τα φαντάζεστε όλα αυτά σε ένα σπίτι με τον Γιώργο και τον Χρήστο; Γιατί δεν έχει δικαίωμα μια κοινωνική υπηρεσία να τους πει “λυπούμαστε, μπορεί να είσαστε μια χαρά ανθρωποι, περιζήτητοι στην παρέα, τρυφεροί, στοργικοί, με ενσυναίσθηση (που είναι και της μόδας, ως όρος), αλλά το παιδί χρειάζεται ανδρικό και γυναικείο πρότυπο και το ζευγάρι σας δεν του το προσφέρει!”;
Η απάντηση είναι διότι η κοινότητα των ομοφυλοφίλων έχει πολιτική δύναμη. Συμμάχησε με την αριστερά, όχι επειδή οι αριστεροί είναι ανοιχτόμυαλοι (είναι γνωστή η στάση του Στάλιν, του Μάο και του Τσε απέναντι στους ομοφυλόφιλους: ξεπάστρεμα) αλλά επειδή η αριστερά είναι διεκδικητική και εκδικητική. Οι αριστεροί ΛΟΑΤΚΙ, που εποφθαλμιούν τις ψήφους όλης της κοινότητας, κατάφεραν να εξαπολύσουν πογκρόμ λάσπης εναντίον όλων όσων θεωρούν πως το επίκεντρο του ενδιαφέροντος σε μια υιοθεσία – το ξαναλέω για να το εμπεδώσουμε – είναι το παιδί και όχι η επιθυμία του ομοφυλόφιλου ή της ομοφυλόφιλης να παίξει έναν ρόλο για τον οποίο η φύση έχει διαφορετική άποψη. Το πόσο συναισθηματικά ανώριμοι είναι αποδεικνύεται και από το ότι επιτίθενται ακόμα και εναντίον εκείνων που έχουν τοποθετηθεί δημοσίως υπέρ των άλλων αιτημάτων τους, όπως ο γράφων.
Είναι αντιφατικό, καλέ μου (ομοφυλό)φίλε, από τη μια να αποδίδεις την ερωτική σου προτίμηση σε φυσικό προσανατολισμό, θέση με την οποία συμφωνώ (διότι και αυτό που λέμε “επιλογή” από κάποιες φυσικές καταβολές προκύπτει), και από την άλλη να διαφωνείς μαζί μου όταν σου επισημαίνω ότι η φυσική ερωτική σου προτίμηση δεν παράγει με φυσικό τρόπο παιδιά. Και το χειρότερο, να με κατηγορείς για ομοφοβία. Η υιοθεσία δεν είναι δικαίωμα. Είναι δυνατότητα. Έχεις δικαίωμα να ζεις όπως θες και να κάνεις σεξ όπως θες. Η υιοθεσία όμως βασίζεται στο δικαίωμα ενός παιδιού να μεγαλώσει όσο το δυνατόν πιο κοντά στο απόλυτο φυσιολογικό μοντέλο. Ούτε ένα ετεροφυλόφιλο ζευγάρι έχει δικαίωμα στην υιοθεσία. Δυνατότητα έχει. Αν πληροί τους όρους. Λυπάμαι, αλλά εσύ δεν πληροίς τον ουσιαστικότερο: το παιδί να έχει μπαμπά και μαμά. Μήπως είσαι, τελικά, ετεροφοβικός;
Θάνος Τζήμερος